30 December 2014
|
(Ομιλία Βάσως Κανελλοπούλου, εκπροσώπου του ΠΕΛΙΤΙ, στο Διεθνές Συνέδριο του Ινστιτούτου Πουλαντζά, Αθήνα, 12-13/12/2014)
Οι σπόροι είναι η αφετηρία της διατροφικής αλυσίδας ανθρώπου και ζώων. Χρησιμοποιούνται επί του παρόντος από το διεθνοποιημένο κεφάλαιο ως εργαλείο για επιβολή σε παγκόσμιο επίπεδο του βιομηχανικού τύπου εντατικής γεωργίας που περιλαμβάνει έντονες χημικές και ενεργειακές εισροές. Αυτό το αγροτικό μοντέλο αποκλείει τους μικρούς τοπικούς αγρότες, τους διώχνει από τη γη τους και οδηγεί στην αρπαγή γης από τις πολυεθνικές εταιρίες. Οδηγεί επίσης σε αύξηση της πείνας.
Αρχικά οι σπόροι ήταν Κοινά Αγαθά αλλά στην εποχή μας ένας σημαντικός αριθμός διατροφικών σπόρων έχει «ιδιωτικοποιηθεί». Έτσι τώρα έχουμε τους βιομηχανικούς σπόρους που προστατεύονται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, ή/και με πατέντες ειδικότερα στη περίπτωση των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών.
Οι αποκαλούμενοι «παραδοσιακοί σπόροι ή τοπικοί, ή διατηρητέες ποικιλίες ή σπόροι των αγροτών» παραμένουν μεν Κοινό Αγαθό αλλά απειλούνται από γενετική διάβρωση κυρίως για πολιτικούς λόγους. Σύμφωνα με τον Οργανισμό Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), to 75% της γεωργικής βιοποικιλότητας έχει χαθεί. Τα κοινωνικά κινήματα όλου του πλανήτη που παλεύουν για τους σπόρους ως δημόσιο αγαθό προσπαθούν να σώσουν το υπόλοιπο 25%. Χρειαζόμαστε αυτούς τους σπόρους για να καταπολεμήσουμε την Πείνα. Επίσης τους χρειαζόμαστε για να αντιμετωπίσουμε την πολιτική κυριαρχία που μας επιβάλλεται μέσω των σπόρων της βιομηχανίας.
Η συγκεντρωτική «ιδιοκτησία σπόρων» οδηγεί σε έλεγχο της διατροφικής αλυσίδας και δημιουργεί ένα καινοφανές είδος «κατοχής». Επίσης αντιτίθεται στους νόμους της φύσης, καθώς σχεδόν σταματά την φυσική εξέλιξη των ειδών αντικαθιστώντας την αποκλειστικά με την εξέλιξη εντός των εργαστηρίων. Στη φύση η εξέλιξη προϋποθέτει συνεχή προσαρμογή κάτι που αποτελεί εγγύηση για τη συνέχεια της ζωής. (ειδικά σε περίοδο κλιματικής αλλαγής).
Σήμερα, το διεθνοποιημένο αγρο-χημικό κεφάλαιο προωθεί την εντατικοποίηση αυτής της «ιδιοκτησίας σπόρων», χρησιμοποιώντας ως κύρια εργαλεία:
α. Έντονη «νομική προστασία της καινοτομίας σε σπόρους»
β. συνεχείς εξαγορές μικρών εταιριών βελτίωσης φυτών, δηλαδή συγκεντροποίηση της βιομηχανίας σπόρων και
γ. πολιτικές πιέσεις για εθνικές και διεθνείς νομοθεσίες η οποίες ουσιαστικά εξαιρούν τους παραδοσιακούς σπόρους από την αγορά.
Μέσω της “ιδιοκτησίας σπόρων” το διεθνές κεφάλαιο αποκτά μονοπώλιο στην επιλογή των «κριτηρίων καινοτομίας». Οι τύποι των σπόρων που μπαίνουν στην αγορά είναι πράγματι παραγωγικοί αλλά ταιριάζουν μόνον στη βιομηχανική γεωργία. Μέσω του ελέγχου των σπόρων μας επιβάλλεται η εντατική βιομηχανική γεωργία και οι καταναλωτές δεν έχουν επιλογή. Τα μικρά οικογενειακά αγροκτήματα και οι μικρής ιδιοκτησίας αγρότες απειλούνται με εξαφάνιση. Επιπλέον, η βιομηχανική βελτίωση φυτών περιορίζει τη γενετική βάση που στηρίζει τη διατροφική μας αλυσίδα και οδηγεί στη απώλεια πολλών ανεκτίμητων αγροτικών φυτών. Αυτό το φαινόμενο αποκαλείται γενετική διάβρωση.
Οι αποκαλούμενοι παραδοσιακοί σπόροι είναι και παλιοί και νέοι καθώς οι αγρότες ακόμα δημιουργούν νέους μέσω διασταυρώσεων και επιλογών στο χωράφι. Αυτοί οι σπόροι που αποτελούν Κοινά Αγαθά αποκαλούνται «τοπικοί» αλλά στην πραγματικότητα είναι μόνον «τοπικά προσαρμοσμένοι». Πριν να προσαρμοσθούν στα δεδομένα μιας συγκεκριμένης γεωγραφικής περιοχής ταξίδεψαν σχεδόν σε όλο τον πλανήτη και-μέσω της συνεχούς προσαρμογής και εξέλιξης μας πρόσφεραν ένα τεράστιο πλούτο φυτικών ποικιλιών. Στην εποχή μας το διεθνοποιημένο κεφάλαιο προσπαθεί να επιβάλει αποκλειστικά την ανθρωπογενή εντός του εργαστηρίου εξέλιξη καθώς εμποδίζει τη συνέχιση της φυτικής βελτίωσης στον αγρό μέσω εγγραφής σε κατάλογο και αποκλεισμού από την αγορά.
Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Αρχικά ήταν οι αγρότες που έκαναν τη βελτίωση των φυτικών ποικιλιών: Οι καινοτομίες των αγροτών μέσα στα τελευταία 10.000 χρόνια, μας έχουν προσφέρει έναν τεράστιο πλούτο διατροφικών ποικιλιών που είναι διαθέσιμες για την τροφική μας αλυσίδα. Οι αγρότες εξημέρωσαν σταδιακά τους άγριους συγγενείς των σημερινών διατροφικών φυτών. Αυτό το σύστημα βασίσθηκε στα ακόλουθα:
- Οι αγρότες κρατούσαν σπόρο για να τον φυτέψουν την επόμενη χρονιά. (για τα μονοετή φυτά- πολλές από τις βασικές μας τροφές προέρχονται από μονοετή)
-Ελεύθερη ανταλλαγή σπόρων μεταξύ καλλιεργητών
-Ελεύθερη μεταφορά σπόρων από τους ανθρώπους σε άλλες γεωγραφικές περιοχές.
Σήμερα στις αποκαλούμενες αναπτυγμένες χώρες, οι αγρότες πρέπει να αγοράσουν το σπόρο τους κάθε χρόνο από την εταιρία (για νομικούς ή/και για τεχνικούς λόγους). Οι αγρότες βρίσκονται εκτός φυτικής βελτίωσης, δηλαδή εξαιρούνται από την καινοτομία σε θέματα σπόρων. Οι επιστήμονες (που κυρίως εργάζονται για τα συμφέροντα των πολυεθνικών εταιριών έχουν σήμερα αναλάβει αποκλειστικά τις δράσεις φυτικής βελτίωσης. Σε αυτές τις χώρες οι αγρότες έχουν ξεχάσει την τέχνη της σποροπαραγωγής (κράτημα σπόρου από τη σοδειά).
Αντίθετα, στις αναπτυσσόμενες χώρες αρκετοί αγρότες συνεχίζουν να κρατούν σπόρο. Αυτοί υπολογίζεται ότι ανέρχονται σε 1.5 δισεκατομμύριο άτομα, αποτελούν δηλαδή μια τεράστια δυνητική αγορά για το διεθνοποιημένο κεφάλαιο: γι αυτό το λόγο ασκούνται τεράστιες πολιτικές πιέσεις με στόχο την αύξηση της χρήσης των βιομηχανικών σπόρων στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Αυτή η τάση στο χώρο της φυτικής βελτίωσης άρχισε στο τέλος του 19ου αιώνα αλλά ουσιαστικά εντατικοποιήθηκε μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Αρχικά οι επιστήμονες που δημιουργούσαν νέες φυτικές ποικιλίες εργάζονταν κυρίως για δημόσιους φορείς χρησιμοποιώντας πολλά διαφορετικά κριτήρια για τις καινοτομίες τους. Αλλά η σταδιακή ιδιωτικοποίηση της βελτίωσης οδήγησε τους δημόσιους φορείς σε απαξίωση και στην τεράστια αύξηση των ιδιωτικών φορέων φυτικής βελτίωσης.
Μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο μερικές χημικές ή/και φαρμακευτικές διακρατικές εταιρίες που είχαν χάσει πλέον την πολεμική αγορά, επικέντρωσαν το ενδιαφέρον τους στη γεωργία με στόχο να ανοίξουν νέες αγορές για τη χημική τους υποδομή που είχε χρησιμοποιηθεί κατά τη διάρκεια του πολέμου. Η νέα αγορά αφορούσε παρασιτοκτόνα, εντομοκτόνα και λιπάσματα, η δε ανάπτυξη της συνέπεσε με την αποκαλούμενη «πράσινη επανάσταση» των δεκαετιών 1950, 1960, 1970 and 1980. Η παραγωγικότητα ήταν η λέξη κλειδί και η απάλειψη της πείνας ήταν η ηθική βάση.
Όπως αναφέρθηκε, σταδιακά απαξιώθηκαν οι περισσότεροι δημόσιοι φορείς. Τη φυτική βελτίωση την ανέλαβαν ιδιωτικά διεθνοποιημένα συμφέροντα και ΑΛΛΑΞΑΝ ΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ επικεντρώνοντας κυρίως στην εξάρτηση από χημικά, στην ομοιομορφία, την παραγωγικότητα και την παρατεταμένη διάρκεια ζωής στο ράφι. Αυτά όμως είναι κριτήρια για μια παγκόσμια αγορά, για την οποίαν οι σπόροι πρέπει να έχουν ομοιόμορφη παραγωγή ακόμα κι αν καλλιεργούνται σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές το δε προϊόν πρέπει να διανύει μεγάλες αποστάσεις μέχρι το τελικό σημείο πώλησης. Αυτά δεν είναι κριτήρια για τοπική αγορά. Το επιχείρημα του ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΟΥ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΟΣ, γνωστό από την οικονομική θεωρία χρησιμοποιήθηκε για τη δημιουργία εντατικών εξαγωγικών μονοκαλλιεργειών, για την καταστροφή των τοπικών ποικιλόμορφων διατροφικών συστημάτων και τέλος για να εκδιωχθούν οι μικρής κλίμακας αγρότες από τη γη τους και να μεταβληθούν σε άνεργους και πεινασμένους κατοίκους των πόλεων.
Ένα σημαντικό εργαλείο για αυτόν τον έλεγχο της διατροφικής αλυσίδας μέσω της «ιδιοκτησίας του σπόρου» είναι η νομοθεσία η οποία είναι αποτέλεσμα των πιέσεων εκ μέρους του διεθνοποιημένου κεφαλαίου. Για παράδειγμα, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία όλοι οι σπόροι πρέπει να εγγράφονται σε κατάλογο με κριτήρια την ομοιομορφία και τη σταθερότητα. Αυτά τα κριτήρια αποτελούν χαρακτηριστικά των βιομηχανικών σπόρων αλλά δεν ταιριάζουν στους παραδοσιακούς σπόρους οι οποίοι δεν είναι σταθεροί και ομοιόμορφοι ακριβώς γιατί διαθέτουν ευρεία γενετική βάση και συνεχώς εξελίσσονται μέσω της προσαρμογής. Αυτό το ιδιαίτερα ωφέλιμο χαρακτηριστικό, εξαιρετικά σημαντικό σε εποχές κλιματικής αλλαγής τιμωρείται από τον νομοθέτη. Επομένως οι παραδοσιακοί σπόροι δεν μπορούν να εγγραφούν και έτσι τίθενται εκτός αγοράς. Με στόχο να διορθωθεί αυτή η κατάσταση η ΕΕ εξέδωσε νέα οδηγία το 2008. Αυτή η οδηγία αντιμετωπίζει τους παραδοσιακούς σπόρους ως την εξαίρεση στα πλαίσια της αγοράς. Η πώλησή τους περιορίζεται στην γεωγραφική περιοχή καταγωγής. Επίσης τίθενται ποσοτικοί περιορισμοί στις πωλήσεις. Ως αποτέλεσμα έχουμε εντατικοποίηση της γενετικής διάβρωσης.
Ένα άλλο σημαντικό εργαλείο για τον έλεγχο του σπόρου είναι η συνθήκη για την ΕΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΦΥΤΙΚΩΝ ΠΟΙΚΙΛΙΩΝ που διεθνώς αποκαλείται UPOV σε συντομογραφία. Γενικά, οι κανόνες της UPOV, καθιστούν παράνομες πράξεις το κράτημα, την ανταλλαγή, την πώληση ή τη βελτίωση σπόρου που θεωρείται νομικά προστατευμένος, παρόλο που οι προστατευμένες βιομηχανικές ποικιλίες δημιουργήθηκαν από τη δωρεάν χρήση (για βελτίωση), των παραδοσιακών σπόρων που αποτελούν Κοινά Αγαθά.
Η συνθήκη UPOVέχει επιβληθεί σε πολλές χώρες μέσω των εμπορικών συμφωνιών. Οι πολυμερείς και διμερείς εμπορικές συμφωνίες, για τις οποίες οι διαπραγματεύσεις καλύπτονται συνήθως από μυστικότητα, υποχρεώνουν τις χώρες να συμμετάσχουν στη UPOV. Συχνά οι συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου απαιτούν από τις συνυπογράφουσες χώρες να πατεντάρουν τα φυτά και τα ζώα και να ακολουθούν τους κανόνες UPOV. Το 1991 η συνθήκηUPOVτροποποιήθηκε ώστε να δίνει ακόμα μεγαλύτερη μονοπωλιακή δύναμη στην αγρο-βιομηχανία σε βάρος των μικρών ντόπιων γεωργικών κοινοτήτων. Η εκδοχή του 1991 της UPOVπροωθείται τώρα ευρύτατα μέσω των εμπορικών διαπραγματεύσεων.
Σύμφωνα με την μη κυβερνητική οργάνωση GRAIN “Ένας σημαντικός δρόμος συμμετοχής σε αυτόν τον αγώνα είναι η υποστήριξη της εκστρατείας ενάντια στις νέες εμπορικές συμφωνίες όπως: TTIP,CETA, TPPκαι EPAs – και η απαίτηση αναθεώρησης των παλιών συμφωνιών όπως αυτές των ΗΠΑ και της ΕΕ με το Μεξικό, την Κεντρική Αμερική, και την Χιλή. Αυτοί οι κανόνες συνήθως εγγράφονται στις εμπορικές συμφωνίες και από εκεί πρέπει να απαλειφθούν.”
Άλλο εργαλείο για τον έλεγχο του σπόρου είναι η διατροφική βοήθεια προς την Αφρική μέσω της οποίας επιβάλλονται οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί στους ντόπιους αγρότες.
Τέλος ένα πολύ σημαντικό εργαλείο είναι οι πανάκριβες παγκόσμιες εκστρατείες δημοσίων σχέσεων που χρηματοδοτούνται από τις πολυεθνικές μέσω των οποίων προσπαθούν να μας πείσουν ότι θα μας σώσουν από την πείνα, την ξηρασία, την κλιματική αλλαγή κλπ. κλπ. Αυτές οι εκστρατείες περιλαμβάνουν πολλούς μύθους (πχ η ιστορία της γλυκοπατάτας στην Κένυα.)
Αλλά σύμφωνα με έρευνες που χρηματοδοτήθηκαν από τον ΟΗΕ, οι μικρής κλίμακας αγρότες τρέφουν τον κόσμο. ΟOlivierdeShutterπρώην υπεύθυνος του ΟΗΕ σε θέματα γεωργίας, μετά από 6 χρόνια θητείας επεσήμανε ότι είναι οι μικρής κλίμακας αγρότες αυτοί που πρέπει να προστατευθούν. Προειδοποίησε για την ανάγκη ριζικής αλλαγής του παρόντος βιομηχανικού μοντέλου γεωργίας με στόχο την εξάλειψη της πείνας και την αποφυγή τηε περαιτέρω διάβρωσης των φυσικών πόρων.
Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΕ ΑΡΙΘΜΟΥΣ
Η παγκόσμια αγορά σπόρων χαρακτηρίζεται από ολιγοπώλιο: 75% των εμπορικών πωλήσεων σπόρων ελέγχεται από 10 εταιρίες.
Στην Ευρώπη: 95% των πωλήσεων σπόρων για κηπευτικά καλύπτεται από 5 εταιρίες.
Στην Ευρώπη: 74% των πωλήσεων σπόρων καλαμποκιού (για σπορά) καλύπτεται από 5 εταιρίες.
Στην Ευρώπη, από το 2000 μέχρι το 2009, οι τιμή των σπόρων αυξήθηκε κατά μέσο όρο 30%.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Οι οργανώσεις των σπορο-φυλάκων που προστατεύουν το δικαίωμα του αγρότη να κρατά σπόρο για την επόμενη χρονιά, αντιτίθενται στην ισχύουσα και την προταθείσα ευρωπαϊκή νομοθεσία οι οποίες στηρίζουν μόνον τους σπόρους της βιομηχανίας και διαχειρίζονται τους παραδοσιακούς σαν μια περιορισμένη εξαίρεση.
Αυτά τα δίκτυα προστασίας της βιοποικιλότητας προωθούν
-τους σπόρους που είναι ελεύθεροι πνευματικών δικαιωμάτων,
-την αντίστοιχη γνώση ώστε να κρατά ο καλλιεργητής σπόρο, που έχει χαθεί σε πολλές χώρες
-τη συμμετοχική βελτίωση φυτών (συνεργασία αγρότη-επιστήμονα-πανεπιστήμιο με στόχο τη φυτική βελτίωση με πολύ ευρύτερα κριτήρια από τα βιομηχανικά)
Οι οργανώσεις των σπορο-φυλάκων και τα δίκτυα προστασίας της βιοποικιλότητας πιστεύουν ότι στη θέση του σημερινού ολιγοπωλίου της βιομηχανίας πρέπει να μπει μια εκτεταμένη αποκέντρωση της «ιδιοκτησίας σπόρου» ως προϋπόθεση της Δημοκρατίας.
Επικεντρώνουμε σε θετικές δράσεις, δηλαδή στο κτίσιμο της βάσης για ένα διαφορετικό μέλλον. Η δημιουργία εναλλακτικών δομών είναι μοναδικό εργαλείο για να απαντήσουμε στους ηγεμονικούς στόχους των πολυεθνικών. Απαιτούνται εναλλακτικές δομές σε πολλούς τομείς-κοινωνικούς-πολιτιστικούς-χρηματοδοτικούς. Δεν είναι αρκετό να λέμε ΟΧΙ στις επιθυμίες του διεθνοποιημένου κεφαλαίου. Πρέπει να δημιουργήσουμε τον κόσμο που οραματιζόμαστε.
[i] ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΝΙΚΟΣ ΠΟΥΛΑΝΤΖΑΣ, ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
Κρίση, Κράτος και Δημοκρατία
Αξιοποιώντας τη θεωρία του Νίκου Πουλαντζά για την αντιμετώπιση του αυταρχικού καπιταλισμού
Αθήνα, Παρασκευή 12, Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2014
Ομιλία Βάσως Κανελλοπούλου,
Πελίτι, ΜΚΟ προστασίας παραδοσιακών σπόρων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου